12-01-2008
Πολύ συνηθισμένο φαινόμενο στη βρεφική ηλικία είναι η λειτουργική δυσκοιλιότητα.
Δεν είναι πραγματική δυσκοιλιότητα με την έννοια που τη γνωρίζουμε, αλλά μια κατάσταση όπου το παιδί δεν «θέλει» στην αρχή να αποχωριστεί τις κενώσεις του και στη συνέχει αδυνατεί να κάνει τα κακά του.
Πολλές φορές θα δείτε το παιδί σας να κρύβεται πίσω από έπιπλα προσπαθώντας να εμποδίσει την επερχόμενη κένωση του.
Το αποτέλεσμα είναι αναστολή της αφόδευσης, παραμονή των κοπράνων στο έντερο του, με συνέπεια την αφυδάτωσης τους – γίνονται σαν πέτρες και όταν πλέον το παιδί αναγκασθεί από την πληρότητα του εντέρου του να κάνει αφόδευση, αδυνατεί.
Εάν τελικά κάνει τα κακά του, αυτό θα γίνει με έντονη προσπάθεια, κλάμα πόνο και μερικές φορές κακά με αίμα.
Το παιδί θυμάται αυτή τη κατάσταση (κακά=πόνος), και την επόμενη φορά που πρέπει να κάνει κένωση την αναστέλλει.
Δημιουργείται δηλαδή ένας φαύλος κύκλος που μπορεί να ταλαιπωρήσει παιδί και γονείς για 1-2 χρόνια.
ΤΡΟΠΟΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗΣ ΔΥΣΚΟΙΛΙΟΤΗΤΑΣ
Το μυστικό της επιτυχίας είναι να έχουμε μαλακές, σχεδόν ρευστές κενώσεις, ώστε το παιδί να μην μπορέσει να συγκρατηθεί και να κάνει τα κακά του.
Αυτό το πετυχαίνουμε με τους εξής τρόπους.
1. Δεν αναγκάζουμε το παιδί να κάνει τα κακά του πριν την χρονική – αναπτυξιακή ωρίμανσή του.
2. Προσπαθούμε να διατηρούμε με την τροφή που καταναλώνει μαλακές κενώσεις.
3. Τη στιγμή που βλέπουμε το παιδί να θέλει να κάνει αφόδευση το παροτρύνουμε, ώστε να αποφύγουμε την αναστολή της κένωσης.
4. Σε περίπτωση που εγκατασταθεί λειτουργική δυσκοιλιότητα κάντε.
5. Ένα υπόθετο γλυκερίνης καθημερινά για 3 ημέρες (ακόμη και εάν έχουμε κενώσεις) και στη συνέχεια καθαρτικά σιρόπια από το στόμα για 20-40 ημέρες (Ντουφαλακ, Ιμπορταλ, κ.α.).
6. Προσπαθήστε να έχετε όσο είναι δυνατόν σταθερό ωράριο για τις κενώσεις του παιδιού σας, (θυμηθείτε από το εαυτό σας ότι έχετε και εσείς τις χρονικές προτιμήσεις σας).
7. Συμβουλευτείτε τον/την παιδίατρο σας, θα σας βοηθήσει.
Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση της δυσκοιλιότητας, ανάλογα με τον τρόπο δράσης τους, διακρίνονται κυρίως στα αυξάνοντα τον όγκο των κοπράνων, τα μαλακτικά, τα διεγείροντα την εντερική κινητικότητα και τα αλατούχα και ωσμωτικώς δρώντα:
1. Aυξάνοντα τον όγκο των κοπράνων
Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται διάφοροι φυσικοί πολυσακχαρίτες, όπως το πίτουρο των σιτηρών και τακολλοειδή υδρόφιλα από σπόρους ορισμένων φυτών (ψύλλιο) ή συνθετικοί (μεθυλοκυτταρίνη) που δρουν στο λεπτό και το παχύ έντερο. Θεωρούνται τα “αθωότερα” γιατί διεγείρουν την κινητικότητα του εντέρου με τον αυξημένο τους όγκο. Προτιμώνται για την καταπολέμηση της απλής δυσκοιλιότητας, π.χ. κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή και μετά τον τοκετό. Πρέπει να αποφεύγονται όταν υπάρχει υποψία εντερικής απόφραξης ή σε εντερική ατονία. Tο πλέον αποτελεσματικό είναι το πίτυρο σιτηρών και λαμβάνεται με τα γεύματα σε χυμούς φρούτων ή νερό. Tα υπόλοιπα προτιμώνται σε περιπτώσεις δυσανεξίας των αρρώστων στο πίτυρο σιτηρών.
Tο αποτέλεσμα εμφανίζεται 12-24 ώρες μετά τη λήψη τους.
2. Mαλακτικά των κοπράνων
Kύριος εκπρόσωπος της κατηγορίας αυτής είναι η παραφίνη ή παραφινέλαιο (paraffin liquid, mineral oil), ένα σύμπλοκο μίγμα κεκορεσμένων υδρογονανθράκων πετρελαϊκής προέλευσης.
Tο φάρμακο χορηγούμενο από το ορθό χαρακτηρίζεται από αμελητέα απορρόφηση. Aντιθέτως, σε χορήγηση από το στόμα μπορεί να απορροφηθεί μέχρι και 30%, ανευρισκόμενο στον εντερικό βλεννογόνο, τους επιχώριους λεμφαδένες, το ήπαρ και τον σπλήνα. Στο έντερο επαλείφει τα κόπρανα, εμποδίζοντας την επαναρρόφηση του ύδατος. Έτσι η αύξηση του όγκου των κοπράνων από την κατακράτηση ύδατος και η προκύπτουσα αύξηση της γλοιότητάς τους διευκολύνουν την αφόδευση. Προτιμάται κυρίως σε άτομα με αιμορροϊδοπάθειες ή άλλες επώδυνες καταστάσεις της πρωκτικής περιοχής.
Σε παρατεταμένη χορήγηση (άνω των 2 εβδομάδων) προκαλεί διαταραχή στην απορρόφηση των λιποδιαλυτών βιταμινών A, D, E και K. Mεγάλες δόσεις μπορεί να προκαλέσουν κνησμό του δακτυλίου και αιμορροϊδοπάθειες. Σε ηλικιωμένα, καταβεβλημένα ή με ψυχικές διαταραχές άτομα ή ακόμα και με δυσχέρεια στην κατάποση υπάρχει κίνδυνος εισρόφησης και πρόκλησης βαριάς λιπώδους πνευμονίας.
H έναρξη δράσης του εμφανίζεται συνήθως μετά 6-8 ώρες. Tο παραφινέλαιο μπορεί, ενδεχομένως, να συνδυασθεί και με άλλα υπακτικά-καθαρτικά, όπως το υδροξείδιο του μαγνησίου ή τα διεγερτικά της εντερικής κινητικότητας.
3. Διεγείροντα την εντερική κινητικότητα
Tα φάρμακα της κατηγορίας αυτής διεγείρουν την εντερική κινητικότητα, κυρίως του παχέος εντέρου και μειώνουν την απορρόφηση ύδατος και ηλεκτρολυτών. Σε αυτήν ανήκουν η δισακοδύλη, το καστορέλαιο, η σέννα και τοπικοθεϊκό νάτριο.
H εμφάνιση του καθαρτικού τους αποτελέσματος ποικίλλει: της δισακοδύλης εμφανίζεται μετά 6-10 ώρες ή 30-60 λεπτά μετά τη χορήγησή της (από το στόμα ή το ορθό αντίστοιχα), του καστορελαίου μετά 2-8 ώρες, της σέννας μετά 8-12 ώρες και του πικοθειϊκού νατρίου μετά 10-14 ώρες.
Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται και τα διεγείροντα το παρασυμπαθητικό αντιχολινεστερασικά φάρμακα(νεοστιγμίνη, προστιγμίνη κ.λπ.). Σπανίως μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε ορισμένες μόνο περιπτώσεις παραλυτικού ειλεού (π.χ. μετεγχειρητικώς).
Τα διεγερτικά υπακτικά, που σημειωτέον χρησιμοποιούνται ευρύτατα και ορισμένα από αυτά (όπως η δισακοδύλη) για περισσότερα από 50 έτη, σε αντίθεση με ότι πιστευόταν έως πρόσφατα, δεν προκαλούν ανοχή, δηλαδή δεν απαιτούνται ολοένα και μεγαλύτερες δόσεις για την επίτευξη του ίδιου θεραπευτικού αποτελέσματος. Στην πραγματικότητα η ανοχή είναι ασυνήθιστη στην πλειοψηφία των χρηστών τέτοιων φαρμακευτικών σκευασμάτων. Πιθανότητα ανάπτυξης ανοχής υπάρχει μόνο σε πολύ σοβαρές περιπτώσεις δυσκοιλιότητας.
Επίσης τα διεγερτικά υπακτικά δεν προκαλούν εθισμό και σωματική εξάρτηση των ασθενών. Στην πραγματικότητα, μόνο ψυχιατρικοί ασθενείς έχει παρατηρηθεί ότι μπορεί να κάνουν υπερβολική χρήση αυτών των φαρμάκων.
Τα υπακτικά διεγερτικά, σε αντίθεση με ότι πιστευόταν έως πολύ πρόσφατα, δεν προκαλούν βλάβη της νεύρωσης του εντέρου ή του μυϊκού χιτώνα του εντερικού τοιχώματος.
Οι ανθρακινόνες προκαλούν πρόσκαιρη και άνευ κλινικής σημασίας μελάνωση του εντέρου.
4. Aλατούχα και ωσμωτικώς δρώντα
Στην κατηγορία αυτή υπάγονται τα άλατα του μαγνησίου, διάφορα τρυγικά άλατα και ορισμένοι ημισυνθετικοί πολυσακχαρίτες (λακτουλόζη και λακτιτόλη).
Tα αλατούχα καθαρτικά χρησιμοποιούνται σε περιπτώσεις, που απαιτείται ταχεία κένωση του εντέρου για διαγνωστικούς ή θεραπευτικούς σκοπούς. H έναρξη του καθαρτικού τους αποτελέσματος εμφανίζεται 2-4 ώρες μετά τη χορήγησή τους. H τελευταία θα πρέπει να συνοδεύεται από ικανή λήψη υγρών. Tα άλατα του μαγνησίου αντενδείκνυνται σε νεφρική ανεπάρκεια.
H λακτουλόζη πρακτικώς δεν απορροφάται από τον γαστρεντερικό σωλήνα. Στο έντερο διασπάται από ορισμένα βακτηρίδια σε διάφορα οξέα και διοξείδιο του άνθρακα, τα οποία οξινοποιούν το εντερικό περιεχόμενο και αυξάνουν την ωσμωτική του πίεση με αποτέλεσμα την αύξηση του κατακρατούμενου ύδατος. Tο όξινο pH επιπλέον διευκολύνει τη δέσμευση της αμμωνίας του αίματος, ιδιότητα που βρίσκει εφαρμογή στην αντιμετώπιση της ηπατικής εγκεφαλοπάθειας. H έναρξη δράσης της εμφανίζεται 24-48 ώρες μετά τη χορήγησή της. Σε διαβητικούς θα πρέπει να χορηγείται με προσοχή λόγω της ικανής περιεκτικότητας απορροφήσιμων σακχάρων.
H λακτιτόλη με δράση ανάλογη της λακτουλόζης δεν απορροφάται στο λεπτό έντερο. Στο παχύ διασπάται από διάφορα βακτηρίδια σε οξεικό, προπιονικό και βουτυρικό οξύ. Έτσι μειώνεται το pH, ενισχύεται η κινητικότητα του εντερικού τοιχώματος και η έκκριση υγρών με παράλληλη δέσμευση της αμμωνίας του αίματος.
H γλυκερίνη με ωσμωτική κυρίως δράση, χορηγούμενη με τη μορφή υποθέτων προκαλεί κένωση του ορθού σε ½, περίπου, ώρα.
Tα άλατα του μαγνησίου θα πρέπει να χορηγούνται με ιδιαίτερη προσοχή σε πάσχοντες από νεφρική ανεπάρκεια. Eπίσης τα περιέχοντα νάτριο μπορεί να είναι επικίνδυνα σε πάσχοντες από συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, ενώ τα φωσφορικά άλατα μπορεί να μειώσουν το ασβέστιο του αίματος.
Μάριος Ανδρέου
Παιδίατρος
Υπέυθυνος ΚΠΜ