27-05-2011
Ο όρος βατράχιο (ranula) αναφέρεται σε κυστικές μάζες που εντοπίζονται στο έδαφος του στόματος ετερόπλευρα, κοντά στο χαλινό της γλώσσας. Συνώνυμοι όροι που χρησιμοποιήθηκαν κατά το παρελθόν είναι η «βλεννοκήλη» και η «βλεννώδης κύστη εκ κατακράτησης».
Η αιτιοπαθογένεια του βατράχιου στα μικρά παιδιά είναι άγνωστη, ενώ η εμφάνιση βατράχιου σε μεγαλύτερες ηλικίες σχετίζεται με την ύπαρξη προηγηθέντων μικροτραυματισμών στην περιοχή.
Το βατράχιο προέρχεται συνήθως από τον υπογλώσσιο σιαλογόνο αδένα και διακρίνεται σε δύο τύπους:
το απλό βατράχιο, που οφείλεται συνήθως σε μερική απόφραξη του πόρου του υπολώσσιου σιαλογόνου αδένα, με αποτέλεσμα διάταση του εγγύς τμήματος του πόρου,
το καταδυόμενο βατράχιο, που προκύπτει μετά από πλήρη απόφραξη του πόρου του υπογλώσσιου σιαλογόνου αδένα, ρήξη του πόρου και απελευθέρωση του περιεχομένου στους γύρω ιστούς. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ψευδοκύστης που δεν περιβάλλεται από επιθήλιο, αλλά από συνδετικό ή κοκκιωματώδη ιστό και καταδύεται ανάμεσα στους μυς του τραχήλου.
Η διαφορική διάγνωση του βατράχιου (κυρίως του καταδυόμενου) περιλαμβάνει το κυστικό ύγρωμα, την κύστη του θυρεογλωσσικού πόρου και την δερμοειδή κύστη.
Η αντιμετώπιση του «απλού βατράχιου» είναι χειρουργική με ενδοστοματική προσπέλαση, εκτομή του και μαρσιμοποίηση. Σε περίπτωση υποτροπής, που ανέρχεται έως και 30%, απαιτείται και η συναφαίρεση του σύστοιχου υπογλώσσιου σιαλογόνου αδένα.
Το «καταδυόμενο βατράχιο» χρήζει πάντοτε εκτομής και του υπογλώσσιου σιαλογόνου αδένα. Στην περίπτωση αυτή πέρα από την ενδοστοματική προσπέλαση μπορεί να χρειαστεί και τραχηλική τομή, η οποία επιτρέπει την καλύτερη Παρασκευή του βατράχιου που καταδύεται ανάμεσα στους μυς του τραχήλου. Πρέπει να τονιστεί ότι χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή, ώστε να αποφευχθεί τραυματισμός του υπογλώσσιου και του γλωσσικού νεύρου, πορεύονται κάτω από τον υπογλώσσιο σιαλογόνο αδένα και μπορεί να έχουν παγιδευτεί στο βατράχιο.
Μάριος Ανδρέου
Παιδίατρος
Υπεύθυνος ΚΠΜ
2102913533
6944500700