Συγγενής τοξοπλάσμωση

H συγγενής τοξοπλάσμωση είναι λοίμωξη που προκαλείται ενδομήτρια από το Toxoplasma gondii, ένα πρωτόζωο που ανήκει στα ενδοκυττάρια παράσιτα. Αυτό αποικίζει σχεδόν όλους τους ιστούς, ωστόσο παρουσιάζει προτίμηση στο μυϊκό ιστό, στο εντερικό επιθήλιο και στο νευρικό ιστό.

Τρόπος μετάδοσης

Το τοξόπλασμα έχει ως κύριο (τελικό) ξενιστή του τη γάτα. Η γάτα και ορισμένα αιλουροειδή είναι τα μόνα ζώα στο εντερικό σύστημα των οποίων το παράσιτο ολοκληρώνει τον κύκλο ζωής του, με αποτέλεσμα την αποβολή των άωρων ωοκύστεών του με τα κόπρανα (οι άωρες ωοκύστεις ωριμάζουν και μπορούν να μολύνουν τα ζώα και τον άνθρωπο).

Η γάτα μολύνεται με τη βρώση μολυσμένου κρέατος ή μολυσμένων τρωκτικών, πτηνών κ.ά. Ο άνθρωπος μολύνεται με την κατάποση ωοκύστεων του παρασίτου από το περιβάλλον ή με τη βρώση ατελώς ψημένου χοιρινού, βόειου κ.ά. κρέατος που περιέχει τοξοπλασμικές κύστεις. Μέσω των μολυσμένων τροφίμων και του μολυσμένου περιβάλλοντος μπορεί να προσβληθούν επίσης και άλλα ζώα (πουλιά, τρωκτικά, χοίροι, πρόβατα κ.ά.).

Συνεπώς, κύρια πηγή μετάδοσης στον άνθρωπο στις ανεπτυγμένες χώρες είναι το κρέας από μολυσμένα ζώα, καθώς και τα φρούτα και τα λαχανικά που τρώγονται ωμά ή ατελώς πλυμένα.

Δεν υπάρχει απευθείας μετάδοση από άνθρωπο σε άνθρωπο, εκτός από την ενδομήτρια μετάδοση.

Ενδομήτρια μετάδοση

Εάν μια γυναίκα μολυνθεί από το τοξόπλασμα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, πολλές φορές οδηγείται σε μόλυνση και το έμβρυο. Προσβολή του εμβρύου σε συνδυασμό με ελλιπή θεραπευτική αντιμετώπιση μπορεί να καταλήξει σε αυτόματη αποβολή και ενδομήτριο θάνατο ή να οδηγήσει στη γέννηση βρέφους με σοβαρές ανωμαλίες στο νευρικό σύστημα και άλλα όργανα.

Η πιθανότητα μετάδοσης του παρασίτου στο έμβρυο είναι μεγαλύτερη όσο πιο προχωρημένη είναι η κύηση. Εντούτοις, η βαρύτητα της λοίμωξης του εμβρύου είναι αντιστρόφως ανάλογη με το χρόνο προσβολής.

Επιδημιολογία

Η συχνότητα εμφάνισης λοίμωξης της μητέρας κατά την κύηση κυμαίνεται από 1 έως 8 ανά 1000 επίνοσες έγκυες, με τα υψηλότερα ποσοστά που αναφέρθηκαν να προέρχονται από τη Γαλλία.

Κλινικές εκδηλώσεις

Η βαρύτητα των εκδηλώσεων εξαρτάται από την ηλικία κύησης κατά την οποία συμβαίνει η λοίμωξη. Τα περισσότερα από τα προσβεβλημένα νεογνά είναι ασυμπτωματικά, ενώ περίπου το 10% εμφανίζει συμπτώματα. Τα έμβρυα που προσβάλλονται σε πρωιμότερο στάδιο της κύησης έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να αναπτύξουν βαρεία νόσο (66% για το 1ο τρίμηνο, έναντι 5-10% για το 3ο τρίμηνο).

Αν το έμβρυο προσβληθεί κατά το 1ο τρίμηνο της κύησης μπορεί να καταλήξει σε ενδομήτριο θάνατο, γέννηση θνησιγενούς νεογνού ή νεογνού με βαρεία συγγενή νόσο με μικροκεφαλία, υδροκέφαλο, ενδοκρανιακές αποτιτανώσεις και διάταση κοιλών, διανοητική καθυστέρηση, χοριοαμφιβληστροειδίτιδα, λεμφαδενοπάθεια, ηπατοσπληνική διόγκωση και ίκτερο. Επίσης αναφέρονται συγγενής καταρράκτης, διάρροια έμετοι, εξάνθημα, πνευμονίτιδα και αιμορραγικές εκδηλώσεις.

Αντίθετα οι συνέπειες προσβολής στο τέλος της εγκυμοσύνης είναι πολύ μικρές και το νεογνό είναι ασυμπτωματικό ή εμφανίζει μόνο χοριοαμφιβληστροειδίτιδα που εξελίσσεται αν δεν χορηγηθεί θεραπεία. Πολλά νεογνά ενώ αρχικά είναι ασυμπτωματικά μπορεί με την πάροδο του χρόνου να εμφανίσουν κάποια εκδήλωση (συνήθως χοριοαμφιβληστροειδίτιδα). H συγγενής τοξοπλάσμωση έχει ενοχοποιηθεί ακόμη, ως αίτιο συγγενούς κώφωσης.

Εργαστηριακά κριτήρια για τη διάγνωση

Η διάγνωση στο νεογνό βασίζεται στην ύπαρξη ειδικών IgM αντισωμάτων, τα οποία μπορεί να εμφανιστούν μέσα στις πρώτες ημέρες ζωής ή σε διαφόρους χρόνους μετά τη γέννηση. Τακτικοί ορολογικοί έλεγχοι κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους ζωής είναι απαραίτητοι για τη διάγνωση όταν τα αρχικά αποτελέσματα είναι αμφίβολα. Οι τίτλοι IgG που προήλθαν από τη μητέρα διαπλακουντιακά, συνήθως πέφτουν σε μη ανιχνεύσιμα επίπεδα μεταξύ 6-12 μηνών ενώ αντίθετα στα βρέφη με συγγενή λοίμωξη διατηρούνται αυξημένα και μετά την ηλικία των 12 μηνών.

Άλλες εξετάσεις που βοηθούν τη διάγνωση είναι η απομόνωση του τοξοπλάσματος ή η ανίχνευση του νουκλεϊνικού οξέος του (PCR) στον πλακούντα, σε αίμα ομφαλικής φλέβας ή/και αίμα νεογνού.


Ο υπερηχογραφικός έλεγχος είναι χρήσιμος στην παροχή προγνωστικών πληροφοριών και στη λήψη της απόφασης για διακοπή της κύησης σε έμβρυο με βαριά συγγενή λοίμωξη (αυτή εξετάζεται μόνο σε περιπτώσεις λοίμωξης της μητέρας κατά το πρώτο ή δεύτερο τρίμηνο της κύησης).

Προληπτικά μέτρα

Η συγγενής τοξοπλάσμωση μπορεί να αποφευχθεί με τη πρόληψη της πρωτογενούς λοίμωξης κατά την εγκυμοσύνη. Ως εκ τούτου συνιστάται η ενημέρωση των εγκύων γυναικών για τα παρακάτω:

1. Κατανάλωση καλομαγειρεμένου κρέατος. Μαχαίρια και άλλα αντικείμενα που ήρθαν σε επαφή με ωμό κρέας θα πρέπει να πλένονται πολύ καλά πριν ξαναχρησιμοποιηθούν.

2. Σχολαστικό πλύσιμο των ωμών λαχανικών πριν την κατανάλωση τους.

3. Αποφυγή επαφής με περιττώματα από αδέσποτες γάτες. Οι οικόσιτες γάτες θα πρέπει να σιτίζονται με ξηρά τροφή, κονσέρβες και καλομαγειρεμένο κρέας, ενώ τα περιττώματά τους θα πρέπει να απομακρύνονται καθημερινά ή να θάβονται βαθειά στο έδαφος.

4. Χρήση γαντιών κατά την κηπουρική.

5. Πόση νερού μόνο από ελεγμένο δίκτυο

We are using cookies to give you the best experience. You can find out more about which cookies we are using or switch them off in privacy settings.
AcceptPrivacy Settings

GDPR