24-09-2008
HEALTH.IN.GR
Νέα Υόρκη Βρετανοί επιστήμονες διαπίστωσαν ότι τα παιδιά που είναι δίγλωσσα πριν τη συμπλήρωση του 5ου έτους ζωής είναι πιθανόν να τραυλίζουν και να δυσκολεύονται να ξεπεράσουν τα γλωσσικά εμπόδια, συγκριτικά με συνομήλικά τους που μιλούν μόνο μια γλώσσα.
Όπως αναφέρεται στο επιστημονικό έντυπο Archives of Disease in Childhood, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Λονδίνου με επικεφαλής τον Δρ. Πήτερ Χόγουελ μελέτησαν 317 παιδιά που ζούσαν κοντά στο Λονδίνο και είχαν απευθυνθεί οι γονείς τους σε λογοθεραπευτή για τραυλισμό όταν ήταν μεταξύ οκτώ και δέκα ετών.
Σχεδόν το 22% των παιδιών ήταν δίγλωσσα: μιλούσαν αγγλικά και μια δεύτερη γλώσσα στο σπίτι. Σχεδόν το 61% των δίγλωσσων παιδιών τραύλιζαν, ενώ μόλις το 26% αυτών χωρίς τραύλισμα ήταν δίγλωσσα. Κατά κύριο λόγο, τα τραυλά παιδιά, τραύλιζαν όταν μιλούσαν και τις δυο γλώσσες. Το τραύλισμα είχε ξεκινήσει ότι ήταν περίπου τεσσάρων ετών ενώ τα αγόρια ήταν περισσότερα από τα κορίτσια (αναλογία 4 προς 1). Σχεδόν τα τρία τέταρτα των παιδιών που δεν τραύλιζαν μιλούσαν αποκλειστικά μια γλώσσα στο σπίτι, άλλη από τα αγγλικά. Μόνο το ένα τέταρτο μιλούσε δύο γλώσσες.
Η πιθανότητα της απώλειας των γλωσσικών κωλυμάτων ήταν χαμηλότερη για τα δίγλωσσα παιδιά. Μόνο το 25% των δίγλωσσων σταμάτησαν να τραυλίζουν σε ηλικία 12 ετών, ενώ το 55% που μιλούσε είτε μια μόνο μητρική γλώσσα στο σπίτι μέχρι την ηλικία των 5% ή που μιλούσε μόνο αγγλικά, σταμάτησε να τραυλίζει.
Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι αν το παιδί χρησιμοποιεί μια δεύτερη γλώσσα στο σπίτι πέραν της μητρικής, καθυστερώντας την έναρξης της μάθηση της δεύτερης γλώσσας μειώνεται ο κίνδυνος τραυλίσματος. Πάντως αξίζει να σημειωθεί ότι το τραύλισμα δεν επηρέαζε τις σχολικές επιδόσεις των παιδιών του δείγματος.